Τα σύννεφα έμοιαζαν να ζυγίζουν δυο τόνους και ο κόσμος κυκλοφορούσε με τις ομπρέλες σε ετοιμότητα. Ήταν ο μόνος που περπατούσε στην πλατεία φορώντας γυαλιά ηλίου λες και είχε βγει από τον Άδη και φοβόταν μην τον τυφλώσει το δείγμα φωτός που διαπερνούσε τον ουρανό. Στην είσοδο του καταστήματος οπτικών έπεσε πάνω σε μια οικογένεια που έβγαινε. Κόντεψε να ποδοπατήσει το καρότσι με το μωρό τους. "Στραβωμάρα. Τα γυαλιά ηλίου σε μάραναν!". Η πωλήτρια ήταν, ευτυχώς, υποψιασμένη και τον εντόπισε πρώτη.
"Κάθισα πάνω στα γυαλιά μου. Θα χρειαστώ καινούργια".
"Συμβαίνει σε πολύ κόσμο. Δεν είχατε εφεδρικά;"
"Μόνο τα ηλίου. Δεν φαίνεται;"
Της έδωσε τα σπασμένα, πήραν μέτρα για τα καινούργια.
"Πόσο σύντομα μπορώ να τα έχω;"
"Κανονικά σε τρεις μέρες αλλά ελάτε αύριο, κάτι θα έχουμε κάνει".
...
Αύριο. Δεν είχε χρόνο μέχρι αύριο. Το ραντεβού ήταν για απόψε. Θα έδειχνε ψώνιο αν εμφανιζόταν με τα γυαλιά ηλίου.
Αποφάσισε να πάει χωρίς.
Ωραία. Άντε τώρα να την εντοπίσει. Όλο το μπαρ έμοιαζε να είναι γεμάτο με καστανομάλλες στο ύψος και στο σουλούπι της. Δεν είχε και το κινητό της. Πήγε και στάθηκε στο ίδιο σημείο όπου ήταν και την προηγούμενη εβδομάδα. Παρήγγειλε την ίδια μπύρα μπας και γίνει πιο αναγνωρίσιμος.
Είχε περάσει καμιά ώρα όταν ήρθε και του μίλησε πρώτη. "Καλησπέρα. Είπα να μην κοιταζόμαστε μόνο από την άλλη άκρη του μπαρ και νά 'μαι".
"Καλά έκανες. Σε περίμενα. Ξέρεις, έσπασαν τα γυαλιά μου το πρωί και δεν πρόλαβα να πάρω καινούργια. Από απόσταση έχω ένα μικρό προβλημα όρασης".
"Ατυχία. Τώρα, εδώ, με βλέπεις, πάντως, έτσι δεν είναι;"
"Ε, βέβαια. Λίγο θαμπά, αλλά ΟΚ".
Συστήθηκαν. Την προηγούμενη φορά είχαν ανταλλάξει μόνο βλέμματα από απέναντι παρέες κι είχαν με νοήματα δώσει ραντεβού "εδώ, σε μια βδομάδα".
Την επομένη πήγε και πήρε τα καινούργια γυαλιά. Το βράδυ είχαν κανονίσει να πάνε σινεμά. Αγόρασε τα εισιτήρια και την περίμενε στην είσοδο. Την είδε να έρχεται. Επιτέλους την ξανάβλεπε καθαρά, όπως το πρώτο βράδυ στο μπαρ. Της χαμογέλασε. Την είδε να τον κοιτάει αγριεμένη. Πήγε να της μιλήσει. Την είδε να τον προσπεράνει. 'Ηταν με παρέα. Αγόρασαν άλλα εισιτήρια και μπήκαν μέσα. Ένιωσε πολύ μαλάκας.
Σκεφτόταν ακόμα αν πρέπει να σκίσει τα εισιτήρια και να φύγει ή να μπει και να ζητήσει εξηγήσεις, όταν κάποιος τον έπιασε απ' το μπράτσο.
"Άργησα λίγο, ε; Δεν έβρισκα να παρκάρω. Πάμε μέσα;"
Είχε τη φωνή της. Αλλά μόνο αυτήν.
Ηθικό δίδαγμα του ποστ: Αφήστε τις ντροπές και μιλήστε του/της από το πρώτο βράδυ. Το δεύτερο μπορεί να είναι αργά.
Σάββατο 28 Νοεμβρίου 2009
Ήταν ο έρωτας τυφλός, κατάλαβε κι εκείνος λάθος
Εγγραφή σε:
Αναρτήσεις (Atom)